-
1 παρακατατίθημι
A entrust, : [dialect] Ep. [tense] aor. παρκατέθηκα dub. in Orph.A. 312:—elsewh. in [voice] Med., with [dialect] Ep. [tense] aor.παρακάτθετο A.R.2.504
:— deposit one's property with another, entrust it to his keeping,τινί τι Hdt.3.59
, X.HG6.1.2, Pl. R. 331e sq., cf. Hyp.Lyc.18, etc.; π. νόμους [φύλαξι] Aeschin.1.7; παῖδας διδασκάλοις ib.9;τὸ αὑτοῦ σῶμα τῷ ἵππῳ X.Eq.4.1
;τῷ δήμῳ ἑαυτόν D.Ep.3.27
;τὴν διατριβὴν τοῖς φιλοσοφοῦσιν Epicur.Fr. 217
;τοῖς ὑπάτοις τὰ πράγματα Plu.Cic.15
;π. τινί τι τηρεῖν Tab.Defix.100a7
: metaph., of the pledge given by a good citizen to the state, τὰς δικαίας πίστεις π. Din.1.71.III [voice] Med., trust, c. dat.,τῇ πίστει τινός BGU326.16
(ii A. D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παρακατατίθημι
-
2 παρα-κατα-τίθημι
παρα-κατα-τίθημι (s. τίϑημι), Etwas für einen Andern bei einem Dritten niederlegen, in Verwahrung geben, Lob. Phryn. 313. Gew. im med., für sich Etwas bei Einem niederlegen, es ihm anvertrauen, τινί τι, Her. 3, 59; Xen. Hell. 6, 1, 2; τινὸς παρα-καταϑεμένου τι ὁτῳοῦν, μὴ σωφρόνως ἀπαιτοῦντι ἀποδιδόναι, Plat. Rep. I, 331 e; Legg. V, 742 c; πίστεις, Din. 1, 71; τοὺς παῖδας τοῖς διδασκάλοις, Aesch. 1, 9, wie νόμους τινί, ib. 7, worauf folgt ἡμᾶς ἐπέστησαν φύλακας αὐτῶν; Sp., τὴν πόλιν παρακαταϑέσϑαι τῇ Ἀϑηνᾷ, Plut. Them. 10, zum Schutz anvertrauen, vgl. Phoc. 37; auch τὰ σώματα παρακαταϑέμενοι, daran wagend, Aesch. 3, 180; – παρκάτϑετο Νύμφαις, Ap. Rh. 2, 504; Nonn.
-
3 παρακατατιθεμαι
1) отдавать на хранение(τινί τι Her., Plat.)
2) поручать (охране), вверять(τοὺς παῖδας τοῖς διδασκάλοις Aeschin.; τέν πόλιν τῇ Ἀθηνᾷ Plut.)
3) выставлять, подвергатьτὰ σώματα π. διακινδυνεύειν Aeschin. — рисковать жизнью
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский